Γράφει ο ιστορικός Βαγγέλης Καραμανωλάκης και η Δικηγόρος Εύη Χριστοφιδάκη
Από την ίδρυσή του έως σήμερα, ο ΔΣΑ, ο πρώτος και μεγαλύτερος δικηγορικός σύλλογος της χώρας, διάνυσε μια μακρά πορεία στο δημόσιο βίο, στενά συνδεδεμένη με τις πολιτικές και κοινωνικές εξελίξεις.
Επιστημονική συσσωμάτωση και παράλληλα συνδικαλιστικό όργανο, ο ΔΣΑ, εκκινώντας από ένα ολιγάριθμο σώμα ανδρών, μελών κατά κύριο λόγο της ανερχόμενης αστικής τάξης στις αρχές του 20ού αιώνα, εκπροσωπεί σήμερα δεκάδες χιλιάδες δικηγόρους, άνδρες και γυναίκες, που συνωστίζονται στα αθηναϊκά δικαστήρια.
Η ιστορική διαδρομή του αντανακλά τη σταδιακή διεύρυνση του δικηγορικού επαγγέλματος και ταυτόχρονα αποτυπώνει τον σημαίνοντα ρόλο των εκπροσώπων του και τις διαφορετικές και πολυπληθείς λειτουργίες τους στην ελληνική κοινωνία.
Τα χρόνια της εδραίωσης
Την πρώτη περίοδο λειτουργίας του ο Σύλλογος εδραιώθηκε, διαμορφώνοντας πάγια χαρακτηριστικά της εσωτερικής λειτουργίας του, αλλά και της δημόσιας παρουσίας του. Στεγασμένος αρχικά σε μια αίθουσα του Πρωτοδικείου Αθηνών, «περιπλανήθηκε» κατά τη διάρκεια του Μεσοπολέμου σε διάφορα κτίρια. Το 1937 αγόρασε μέρος της οικοδομής της οδού Ακαδημίας για να στεγάσει τα γραφεία του, τα οποία εγκαινιάσθηκαν το 1939. Από τότε έως σήμερα τα γραφεία του επεκτάθηκαν καταλαμβάνοντας ολόκληρη την οικοδομή, καθώς και το διπλανό κτίριο, ώστε να φιλοξενήσουν τις διαρκώς αναπτυσσόμενες υπηρεσίες του.
Σύμφωνα με τον οργανισμό του, ο ΔΣΑ οργάνωσε τη λειτουργία του, από το Μητρώο και το Πειθαρχικό Συμβούλιο ως τη Βιβλιοθήκη, αποσκοπώντας εξαρχής στη διασφάλιση των επαγγελματικών δικαιωμάτων των μελών του, αλλά και της ορθής άσκησης των καθηκόντων τους. Μια σημαντική πλευρά της δραστηριότητας του Διοικητικού Συμβουλίου αποτελούσε η διαχείριση των οικονομικών του Συλλόγου. Στα πρακτικά του Δ.Σ., παράλληλα με τις ετήσιες εκθέσεις πεπραγμένων, καταχωρούνται αδιάλειπτα οι προϋπολογισμοί, απολογισμοί και ισολογισμοί του, επιτρέποντας τον πλήρη έλεγχο της διαχείρισης και συνάμα συγκροτώντας μια μοναδική πηγή για τον ιστορικό.
Μια από τις κύριες στοχεύσεις του ΔΣΑ, στην πρώτη αυτή περίοδο, υπήρξε η κατοχύρωση της περίθαλψης και των συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων των μελών του. Το 1929 μετά από πολλές πιέσεις και προσπάθειες των δικηγορικών συλλόγων της χώρας, πρωτοστατούντος του ΔΣΑ, ιδρύθηκε το Ταμείο Συντάξεως Νομικών. Την ίδια περίπου περίοδο, στο πλαίσιο της εξασφάλισης των ιατροφαρμακευτικών παροχών των δικηγόρων, ιδρύθηκε από το ΔΣΑ Ταμείο Περιθάλψεως με σκοπό την παροχή βοηθημάτων σε δικηγόρους ή στις οικογένειές τους που έχρηζαν βοήθειας.
Παράλληλα, με συνεχείς παραστάσεις και επαφές με την πολιτική και δικαστική εξουσία, ο Σύλλογος εργάστηκε στην κατεύθυνση της βελτίωσης των συνθηκών εργασίας των δικηγόρων πιέζοντας ιδιαίτερα για τα εργασιακά δικαιώματά τους, όπως λ.χ. για την καθιέρωση ωραρίου λειτουργίας των δικαστηρίων. Στο πλαίσιο αυτό διατύπωσε εξαρχής προτάσεις για την ταχύτερη και καλύτερη απονομή της δικαιοσύνης σε συνεργασία με τους υπόλοιπους δικηγορικούς συλλόγους της χώρας.
Ο Σύλλογος πρωτοστάτησε έως το 1936 στην σύγκλιση 4 συνεδρίων των δικηγορικών συλλόγων της χώρας, όπου τέθηκαν μια σειρά από ζητήματα αναφορικά με την απονομή της δικαιοσύνης, τον Κώδικα περί δικηγόρων, τη φορολόγηση, την ιατροφαρμακευτική περίθαλψη, τη συνταξιοδότηση. Παράλληλα, ενδιαφέρθηκε για τη νομική ενημέρωση των μελών του με τη συγκρότηση ειδικής Βιβλιοθήκης, η οποία εμπλουτίστηκε με σημαντικές δωρεές επιφανών νομικών και μελών του Συλλόγου.
Ο ΔΣΑ συμμετείχε ακόμη με ένταση και επιμονή στις προσπάθειες επίλυσης του κτιριακού προβλήματος της δικαιοσύνης, διατυπώνοντας στον Μεσοπόλεμο συνεχείς προτάσεις για τη χωροθέτηση και ανέγερση του Δικαστικού Μεγάρου της πρωτεύουσας.
Οι δραστηριότητές του ΔΣΑ, όπως αποτυπώνονται και στα πρακτικά του Διοικητικού του Συμβουλίου, ήταν πολύπλευρες. Η συμβολή του στο νομοθετικό έργο, με γνωμοδοτήσεις και εισηγήσεις προς την νομοθετική και εκτελεστική εξουσία, προτάσεις νόμων, σχέδια υπουργικών αποφάσεων κ.ά. υπήρξε ιδιαίτερα σημαντική. Οι πρώτοι εκπρόσωποί του με το υψηλό κύρος που διέθεταν -υποψήφιοι για το Δ.Σ. μπορούσαν να είναι μόνο δικηγόροι παρ’ Αρείω Πάγω- λειτούργησαν σε μεγάλο βαθμό ως σύμβουλοι της εκτελεστικής εξουσίας, ως συνδιαμορφωτές της νομοθεσίας. Είναι χαρακτηριστική η μακρά συζήτηση στο Διοικητικό Συμβούλιο αναφορικά με τη νομοθεσία και την απονομή της δικαιοσύνης στις Νέες χώρες.
Παράλληλα το ΔΣ του ΔΣΑ και εκ του νόμου συμμετείχε στην επιλογή και προαγωγή του δικαστικού προσωπικού, κάποτε και στις πιο υψηλές βαθμίδες του, ενώ εκπρόσωποί του συμμετείχαν αυτοδίκαια σε σημαντικούς θεσμούς όπως στην τοπική αυτοδιοίκηση, λ.χ. στο Δημοτικό Συμβούλιο του Δήμου Αθηναίων.
Η ίδρυση του Συλλόγου συνέπεσε με μια ιδιαίτερα ταραγμένη περίοδο για το ελληνικό κράτος, περίοδο γεωγραφικής διεύρυνσης, ανασυγκρότησης αλλά και έντονων πολιτικών και κοινωνικών συγκρούσεων, όπως εκφράστηκαν κυρίως στον Εθνικό Διχασμό. Αποτελώντας μια κλειστή επαγγελματική και επιστημονική ελίτ, οι δικηγόροι της Αθήνας εξέφρασαν μέσα από το Σύλλογό τους απόψεις και θέσεις για τα μεγάλα πολιτικά και κοινωνικά ζητήματα της εποχής. Είναι χαρακτηριστική η αντίθεσή τους προς το βενιζελικό στρατόπεδο και η συμπαράταξή τους με τη φιλοβασιλική παράταξη.
Μια ταραγμένη δεκαετία
Το 1936 η δικτατορία της 4ης Αυγούστου κατάργησε την εκλογή του Διοικητικού Συμβουλίου από τα μέλη του Συλλόγου και την ανέθεσε στο τοπικό Εφετείο. Το ίδιο συνέβη για όλους τους δικηγορικούς συλλόγους της χώρας. Η διορισμένη διοίκηση παρέμεινε έως το 1941, οπότε αντικαταστάθηκε από νέα, διορισμένη πλέον από την κατοχική κυβέρνηση, διοίκηση.
Το 1943 η δικαιοδοσία του διορισμού πέρασε εκ νέου στο Εφετείο έως το 1945, όταν επανήλθε το προ του 1936 καθεστώς εκλογής από τα μέλη του συλλόγου. Οι διορισμένες διοικήσεις συνέχισαν το έργο του Διοικητικού Συμβουλίου -εναρμονισμένες με το γενικό πλαίσιο των πολιτικών που είχαν καθορίσει το δικτατορικό καθεστώς και στη συνέχεια οι κατοχικές κυβερνήσεις-, και στάθηκαν ιδιαίτερα στα συνδικαλιστικά δικαιώματα των δικηγόρων της Αθήνας. Το 1941 ξεκίνησε τη λειτουργία του το Ταμείο Προνοίας ενώ κατά τη διάρκεια της Κατοχής δημιουργήθηκε και Προμηθευτικός Συνεταιρισμός για την ενίσχυση των δικηγόρων. Με το Συνεταιρισμό, τα συσσίτια που οργάνωσε και τη βοήθεια που πρόσφερε ο Σύλλογος, λειτούργησε σχεδόν σωτήρια για τα πλέον αδύναμα από τα μέλη του κυρίως κατά τη διάρκεια του κατοχικού λιμού.
Τα χρόνια της ανάπτυξης
Από το 1945 έως το 1967 οι εκλεγμένες εκ νέου διοικήσεις του Συλλόγου δραστηριοποιήθηκαν για την επίλυση των συνδικαλιστικών προβλημάτων ενός διαρκώς αναπτυσσόμενου κλάδου. Ενός κλάδου, στον οποίον από τη δεκαετία του 1950 και μετά συμμετέχουν όλο και πιο ενεργά οι γυναίκες, οι οποίες διεκδίκησαν και την άρση όλων των ανισοτήτων που αφορούσαν στην άσκηση των καθηκόντων τους. Το 1955 η Αγνή Ρουσοπούλου ήταν η πρώτη γυναίκα σύμβουλος που μετείχε σε Διοικητικό Συμβούλιο του ΔΣΑ.
O συνεχώς αυξανόμενος αριθμός των δικηγόρων, η είσοδος στο επάγγελμα συνταξιούχων άλλων κλάδων, η πολυθεσία, επανέφερε, συνεχώς το ζήτημα του ελέγχου και της εκκαθάρισης του Μητρώου του Συλλόγου, καθώς επίσης και την πιθανότητα θέσπισης numerous clausus στον κλάδο. Παράλληλα, η αύξηση των δικηγόρων και η διεύρυνση των επαγγελματικών τους οριζόντων, μεγέθυνε τα χρόνια προβλήματα του κλάδου και δημιουργούσε νέα: οι αναθεωρήσεις του Κώδικα περί δικηγόρων, τα προβλήματα του Ταμείου Συντάξεων Νομικών και η βελτίωση των όρων συνταξιοδότησης με τη θέσπιση επικουρικής σύνταξης, η ενίσχυση του Ταμείου Προνοίας με τη δημιουργία ιδιόκτητων πολυιατρείων, η ορθότερη φορολόγηση αποτελούσαν ορισμένες από τις πλέον σημαντικές διεκδικήσεις των δικηγόρων της Αθήνας την περίοδο αυτή. Σταθερή επίσης μέριμνα αποτελούσε η βελτίωση των συνθηκών απονομής της δικαιοσύνης. Αιτήματα όπως η συμπλήρωση των κενών θέσεων δικαστών και δικαστικών υπαλλήλων, η δημιουργία διοικητικών δικαστηρίων, η ταχύτερη απονομή της δικαιοσύνης αλλά και η ανέγερση του Δικαστικού Μεγάρου στην Αθήνα επανέρχονται συνεχώς στις συζητήσεις του Διοικητικού Συμβουλίου. Η διεκδίκηση των αιτημάτων του δικηγορικού κλάδου πήρε πιο δυναμική μορφή με την για πρώτη φορά, το 1957, αποχή των δικηγόρων από τα καθήκοντά τους. Η αποχή αυτή ήταν αποτέλεσμα της στενότερης συνεργασίας των δικηγορικών συλλόγων της χώρας, η οποία αποτυπώθηκε και στη σύγκλιση 4 κοινών συνεδρίων, εκ των οποίων τα 2 (1951 και 1952) πραγματοποιήθηκαν στην Αθήνα. Ο ΔΣΑ και αυτή την περίοδο συνεργάστηκε με τους υπόλοιπους δικηγορικούς συλλόγους σε μια σειρά από πρωτοβουλίες, για τη λύση σημαντικών δικηγορικών θεμάτων. Πρόκειται για μια σταθερή και γόνιμη σχέση όπου το κύρος και η αρχαιότητα του ΔΣΑ, του εξασφαλίζει τη θέση του πρώτου ανάμεσα σε ίσους.
Εάν η περίοδος του Εμφυλίου και τα πρώτα μετεμφυλιακά χρόνια χαρακτηρίζονται από την ταύτιση σχεδόν του ΔΣΑ με την επίσημη εκτελεστική εξουσία, από την δεκαετία του 1950 και μετά τα πράγματα διαφοροποιούνται. Η αύξηση του αριθμού των δικηγόρων, με την είσοδο πολλών νέων συναδέλφων στην επαγγελματική κονίστρα, αλλά και η γενικότερη πολιτική αντιπαράθεση, οδήγησε στη δημιουργία νέων παρατάξεων, εντός του Συλλόγου, οι οποίες διεκδίκησαν τον έλεγχο του Διοικητικού Συμβουλίου.
Στις δεκαετίες 1950 και 1960 ο Δικηγορικός Σύλλογος τοποθετήθηκε σε μείζονα πολιτικά και κοινωνικά ζητήματα ερχόμενος σε αντιπαράθεση και με την εκτελεστική εξουσία. Σημειώνουμε ενδεικτικά το ζήτημα των εκτοπίσεων αλλά και των δικών περί κατασκοπείας, της ετεροδικίας του προσωπικού των αμερικάνικων βάσεων στην Ελλάδα, των δικαιωμάτων των πολιτικών κρατουμένων.
Παράλληλα ο Σύλλογος επενέβη σε μια σειρά από δίκες, όπως στη δίκη των Αεροπόρων το 1953, ζητώντας τη διασφάλιση των δικαιωμάτων των κατηγορουμένων και των δικηγόρων τους.
Στα πρακτικά του ΔΣΑ αποτυπώνεται η ενεργή παρουσία του Συλλόγου στα μεγάλα εθνικά θέματα, με κυρίαρχο το Κυπριακό. Ο Σύλλογος πρωτοστάτησε στη διεθνοποίηση του θέματος μέσα από την συζήτησή του σε διεθνή νομικά συνέδρια και ενώσεις, αλλά και με την ενεργητική συμμετοχή των μελών του σε συλλαλητήρια και δυναμικές εκδηλώσεις που συντάραξαν την Αθήνα ιδιαίτερα τη δεκαετία του 1950.
Πέρα από τη δημόσια παρουσία του ο ΔΣΑ συμμετείχε ενεργά στην προαγωγή του νομικού πολιτισμού της χώρας και στην επιστημονική θωράκιση των μελών του. Το 1953 αποφασίστηκε η έκδοση των δυο περιοδικών οργάνων του, του Νομικού Βήματος και του Κώδικα Νομικού Βήματος, τα οποία από τότε σταθερά και αδιάλειπτα ενημερώνουν τα μέλη του δικηγορικού σώματος. Παράλληλα την περίοδο αυτή εμπλουτίστηκε και οργανώθηκε περαιτέρω η Βιβλιοθήκη του Συλλόγου.
Ο ΔΣΑ διοργάνωσε σειρές διαλέξεων, καθώς και επιστημονικά συνέδρια, ενώ μέλη του συμμετείχαν σε διεθνείς συναντήσεις εκπροσώπων του δικηγορικού κλάδου. Μια άλλη σημαντική δραστηριότητά του ήταν η διεξαγωγή διαγωνισμών για νομικά θέματα, στο όνομα συνήθως διακεκριμένων νομικών και μελών του Συλλόγου (διαγωνισμός Νικόλαου Δημητρακόπουλου, Κωνσταντίνου Δεμερτζή, Πέτρου και Νικόλαου Θηβαίου, Νικόλαου Ροντήρη, Νικόλαου Ν. Σαριπόλου, έπαθλο Χρήστου Λαδά κ.ά.).
Το 1967 η δικτατορική κυβέρνηση έπαυσε το Διοικητικό Συμβούλιο και διόρισε νέο, το οποίο κατά την περίοδο της επταετίας, υπηρέτησε το στρατιωτικό καθεστώς, την ώρα που πολλά μέλη του Συλλόγου διώχθηκαν ή καταδικάστηκαν για την αντιστασιακή τους δράση ή για την υπεράσπιση άλλων αντιστασιακών. Το 1974, η Μεταπολίτευση, επανέφερε τις δημοκρατικές ελευθερίες στο ΔΣΑ ανοίγοντας μια νέα περίοδο στη λειτουργία του, η οποία συνεχίζεται έως σήμερα.
Η δράση του Συλλόγου συνδέθηκε άρρηκτα με τα πρόσωπα που ανέλαβαν να τον εκπροσωπήσουν συμμετέχοντας στο Διοικητικό του Συμβούλιο. Οι περισσότεροι από αυτούς συμμετείχαν ενεργά στην πολιτική και κοινωνική ζωή της χώρας, σε πλήθος πολιτιστικών, κοινωνικών και επιστημονικών συσσωματώσεων. Ανάμεσά τους περιλαμβάνονται διακεκριμένοι νομικοί, οι οποίοι συνέδεσαν τη ζωή τους με την προάσπιση των ατομικών και συλλογικών δικαιωμάτων.
Τα πρακτικά του Διοικητικού Συμβουλίου του ΔΣΑ αποτελούν ένα πολύτιμο παρατηρητήριο για την ιστορία και τη δράση του συλλόγου, ένα σημαντικό εργαλείο για τον ιστορικό εν γένει και όχι μόνο του δικαίου. Σε συνδυασμό με τις μελέτες που έχουν ήδη εκδοθεί ( Λ. Τρίχα, Δικηγορείν εν Αθήναις-Μια διαδρομή στον 19ο αιώνα (2003) και Ε. Μαχαίρας Η ιστορία του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών (2006) επιτρέπουν να παρατηρήσουμε τη σύγχρονη ελληνική πολιτική και κοινωνική ιστορία μέσα από τη λειτουργία μιας εκ των πλέον ισχυρών επιστημονικών και επαγγελματικών συσσωματώσεων της χώρας