ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ (23/09/08)>
Ο Δικηγορικός Σύλλογος Αθηνών, με αφορμή την πληθώρα των διαφημιστικών καταχωρίσεων των τελευταίων ημερών, Εργαστηρίων Ελευθέρων Σπουδών που διαφημίζουν όλως παραπλανητικώς και απατηλώς, μεταξύ άλλων, «Νομικές σπουδές στην Ελλάδα με δικαίωμα απευθείας εγγραφής σε Δικηγορικό Σύλλογο στην Ελλάδα χωρίς τη διαδικασία του ΔΙΚΑΤΣΑ (ΔΟΑΤΑΠ)» παρέθεσε σήμερα στα γραφεία του συνέντευξη τύπου και γνωστοποίησε με αίσθημα ευθύνης προς το κοινό τα κάτωθι:
1. Ο ν. 3696/2008 για την ίδρυση και λειτουργία κολλεγίων στην Ελλάδα επιχείρησε να ρυθμίσει το άναρχο καθεστώς των μεταλυκειακών σπουδών που μέχρι σήμερα παρέχονται από τα Εργαστήρια Ελευθέρων Σπουδών. Ο νόμος αυτός, ωστόσο, δεν αλλάζει σε τίποτα την ακαδημαϊκή και επαγγελματική αναγνώριση των τίτλων σπουδών που οι ανωτέρω φορείς παρέχουν. Έτσι, ρητά, διευκρινίζεται ότι τα κολλέγια παρέχουν «μεταλυκειακή» και όχι πανεπιστημιακή εκπαίδευση, ενώ οι βεβαιώσεις, τα πιστοποιητικά σπουδών ή οποιασδήποτε άλλης ονομασίας βεβαίωση που χορηγούν τα Κολλέγια δεν είναι ισότιμα με τους τίτλους που χορηγούνται στο πλαίσιο του ελληνικού συστήματος τυπικής εκπαίδευσης, όπως Πανεπιστήμια, ΤΕΙ και ΙΕΚ. Περαιτέρω ο νόμος απαιτεί την κατά νόμον αδειοδότηση των ανωτέρω φορέων μέχρι 31/8/2009 ενώ ρητά ορίζει ότι οι ανωτέρω φορείς υποχρεούνται να χρησιμοποιούν στις εν γένει σχέσεις τους αποκλειστικά και μόνον τον τίτλο Κολλέγιο.
2. Σε σχέση ειδικότερα με τις νομικές σπουδές και τη δυνατότητα αποκτήσεως της ιδιότητας του δικηγόρου με έγγραφη σε ελληνικό Δικηγορικό Σύλλογο πρέπει να επισημανθούν τα κάτωθι:
α) Σύμφωνα με το άρ.3 παρ.1 ν.δ.3026/1954 (Κώδικας περί Δικηγόρων) δικαίωμα συμμετοχής στις εξετάσεις για την απόκτηση της ιδιότητας του δικηγόρου έχει όποιος κατέχει πτυχίο «νομικού τμήματος της Νομικής Σχολής ελληνικού ή αλλοδαπού ανεγνωρισμένου ομοταγούς Πανεπιστημίου». Είναι σαφές ότι το ομοταγές ή μη του Πανεπιστημίου κρίνεται πάντοτε κατά την κείμενη νομοθεσία υπό του αρμοδίου κρατικού φορέα (ΔΟΑΤΑΠ), ενώ καμία αλλαγή, νομοθετική ή νομολογιακή, δεν έχει επέλθει, ούτε δύναται να επέλθει, ως προς την αναγκαιότητα αντιστοίχισης των τίτλων, πολλώ δε μάλλον αφού ειδικώς η άσκηση του δικηγορικού επαγγέλματος προϋποθέτει γνώση, μεταξύ άλλων, και του εθνικού δικαίου.
β) Η δυνατότητα «απευθείας» εγγραφής σε Δικηγορικό Σύλλογο της Ελλάδας, χωρίς την τήρηση της ανωτέρω διαδικασίας προϋποθέτει ότι ο ενδιαφερόμενος έχει ήδη αποκτήσει την ιδιότητα του δικηγόρου (ήτοι το σχετικό επαγγελματικό προσόν) σε κάποιο άλλο κράτος-μέλος της Ε.Ε. Τούτο με τη σειρά του προϋποθέτει ότι ο ενδιαφερόμενος έχει ασκηθεί στο ως άνω κράτος-μέλος καθώς και ότι έχει περάσει επιτυχώς τις ιδιαίτερα απαιτητικές εξετάσεις για τη λήψη της άδειας ασκήσεως επαγγέλματος στο οικείο κράτος-μέλος.
Αφού ο ενδιαφερόμενος αποκτήσει την κατά τα ως άνω άδεια ασκήσεως επαγγέλματος σε άλλο κράτος μέλος (ήτοι ολοκληρώσει άσκηση και εξετάσεις στο οικείο κράτος μέλος), εγγράφεται με τον επαγγελματικό του τίτλο καταγωγής (ήτοι Barrister, Solicitor, Avocat κ.λπ.) στα μητρώα του ΔΣΑ, ενώ επί μία τριετία δικαιούται να παρίσταται ενώπιον Δικαστηρίων, Αρχών κ.λπ. μόνο με τη σύμπραξη «ημεδαπού» δικηγόρου. Η διαδικασία αυτή ορίζεται διεξοδικά από το π.δ. 152/2000.
γ) Υπό των ανωτέρω φορέων γίνεται συχνά παραπλανητική επίκληση της 2005/36 ΕΚ οδηγίας για τα «επαγγελματικά προσόντα». Πρέπει στο σημείο αυτό να επισημανθεί μετ επιτάσεως ότι η ανωτέρω οδηγία, ομοίως, δεν επιφέρει καμία ουσιώδη αλλαγή στο προπεριγραφέν σύστημα. Και τούτο διότι και η ανωτέρω οδηγία αφορά, ομοίως, αποκλειστικά επαγγελματίες, ήτοι, ήδη, δικηγόρους και όχι απλούς αποφοίτους νομικών σχολών ή τμημάτων. Το σχετικό προεδρικό διάταγμα ενσωμάτωσης που αφορά στο δικηγορικό επάγγελμα και εκκρεμεί στην Κεντρική Νομοπαρασκευαστική Επιτροπή δεν αφίσταται σε τίποτα ως προς τους όρους εφαρμογής, τη διαδικασία κ.λπ. του ισχύοντος σήμερα π.δ. 52/1993 που προβλέπει τη διαδικασία αναγνώρισης επαγγελματικών προσόντων, ήδη, δικηγόρων σε άλλο κράτος μέλος της ΕΕ μετά από εξετάσεις που διενεργούνται από ειδική προς τούτο Επιτροπή.
Είναι σαφές εκ των προδιαληφθέντων ότι οι ανωτέρω διαφημιστικές καταχωρίσεις αποκρύπτουν από τους καταναλωτές τις ανωτέρω κρίσιμες για το μέλλον των παιδιών τους πληροφορίες, με συλλήβδην, μάλιστα, αναφορές σε διάφορα νομοθετήματα-οδηγίες, το περιεχόμενο των οποίων επιμελώς αποφεύγουν να εξειδικεύσουν κατά τα ως άνω. Το Δ.Σ. του ΔΣΑ, τέλος, γνωστοποιεί πως έχει αποφασίσει να προσφύγει στις αρμόδιες αρχές (Γενικό Γραμματέα Καταναλωτή, Συνήγορο Καταναλωτή, Εισαγγελέα Α.Π. κ.λπ.) καθώς και να προβεί στη λήψη κάθε αναγκαίου μέτρου κατά των ως άνω Εργαστηρίων, συμπεριλαμβανομένης και της προσφυγής στα δικαστήρια