Αριθμός Απόφασης 1
Η Επιτροπή Συνταγματικών Δικαιωμάτων, την οποία συνέστησε ο Δικηγορικός Σύλλογος Αθηνών σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 90 στοιχ. α΄ και ζ΄ και 95 παρ. 3 του Κώδικα περί Δικηγόρων, προκειμένου να μελετά και να διατυπώνει τη γνώμη της καθώς και προτάσεις σε επίκαιρα ζητήματα εθνικού, κοινωνικού και πολιτισμικού ενδιαφέροντος και να τις γνωστοποιεί στο Διοικητικό Συμβούλιο του Συλλόγου, για να προβεί στις κατά την κρίση του ενέργειες, ασχολήθηκε με το σημαντικό πρόβλημα της αστυνομικής βίας και τις πρόσφατες εμφανίσεις του.
Εισηγητής ορίστηκε ο συνάδελφος κ. Δημήτρης Φίλης.
Λόγω των εκτάκτων μέτρων προστασίας από την πανδημία, η διαδικασία συζητήσεως και διασκέψεως των μελών της Επιτροπής έγινε διαμέσου γραπτών απόψεων, μετά την υποβολή της Εισηγήσεως, η οποία κοινοποιήθηκε με την μέριμνα της Γραμματείας της Επιτροπής σε όλα τα μέλη και υποβλήθηκαν απόψεις από μέρους μελών, που συνιστούν τη νόμιμη απαρτία. Οι απόψεις αυτές συμφωνούν με την Εισήγηση και την προσεγγίζουν με συγκλίνουσες αντιλήψεις.
Ο Εισηγητής αφού έλαβε τις απόψεις αυτές, τις ενέταξε οργανικά στην τελική Εισήγησή του, η οποία γνωστοποιήθηκε σε όλα τα μέλη, τα οποία συγκροτούν τη νόμιμη πλειοψηφία και διατυπώθηκε η Απόφαση με αριθμό 1 της 12ης Απριλίου 2021 που ακολουθεί.
Ι Το άρθρο 3 της ΕΣΔΑ ορίζει ότι «Ουδείς επιτρέπεται να υποβληθεί σε βασάνους ούτε σε ποινές ή μεταχείριση απάνθρωπες ή εξευτελιστικές». Το άρθρο 2 παρ. 1 του Συντάγματος ορίζει ότι ο σεβασμός και η προστασία της αξίας του ανθρώπου αποτελούν την πρωταρχική υποχρέωση της Πολιτείας. Το άρθρο 11 παρ. 1 του Συντάγματος αναγνωρίζει ότι οι Έλληνες έχουν το δικαίωμα να συνέρχονται ήσυχα και χωρίς όπλα (καταλαμβάνον και τους αλλοδαπούς, βάσει του άρθρου 11 της εχούσης υπερνομοθετική ισχύ ΕΣΔΑ).
Το άρθρο 7 παρ. 2 του Συντάγματος ορίζει ότι τα βασανιστήρια, οποιαδήποτε σωματική κάκωση, βλάβη υγείας, ή άσκηση ψυχολογικής βίας, καθώς και κάθε άλλη προσβολή της ανθρώπινης αξιοπρέπειας, απαγορεύονται και τιμωρούνται, όπως νόμος ορίζει.
Σε εκτέλεση της διάταξης αυτής, προβλέπεται στο άρθρο 137 Α’ Ποινικού Κώδικα η τιμωρία των βασανιστηρίων κυρίως σε βαθμό κακουργήματος και σε όλως ελαφρές περιπτώσεις σε βαθμό πλημμελήματος. Σημειωτέον ότι η παράγραφος 3 του άρθρου αυτού προβλέπει κάθειρξη τουλάχιστον 10 ετών για δράστες πράξεων που τελούνται με μέσα ή τρόπους συστηματικού βασανισμού, όπως είναι τα κλομπς. Τέλος, το άρθρο 25 παρ. 3 του Συντάγματος απαγορεύει την καταχρηστική άσκηση δικαιώματος.
ΙΙ Όπως έχει ερμηνευτεί το άρθρο 3 της ΕΣΔΑ, όταν η ένταση της κακοποίησης είναι τέτοια ώστε να φτάνει στα όρια του βασανιστηρίου, τότε η μεταχείριση χαρακτηρίζεται ως απάνθρωπη ή εξευτελιστική. Η περίπτωση αυτή συντρέχει όταν «η οδύνη του θύματος θα πρέπει σε κάθε περίπτωση να υπερβαίνει εκείνη που αναπόφευκτα ενέχει μια δεδομένη μορφή μεταχείρισης ή νόμιμης τιμωρίας».
Επιπλέον, συναφείς διατάξεις προσβολής της ανθρώπινης αξιοπρέπειας περιέχει και το άρθρο 7 του Διεθνούς Συμφώνου για τα Αστικά και Πολιτικά Δικαιώματα και το άρθρο 4 του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης
. Στην ερμηνεία του άρθρου 3 από το ΕυρΔΔΑ γίνεται δεκτό ότι η χρήση βίας πρέπει να είναι απολύτως απαραίτητη και όχι υπερβολική. Έτσι, «σε υποθέσεις όπου οι προσφεύγοντες δέχθηκαν άγρια χτυπήματα από τις αστυνομικές αρχές, τα οποία δεν ήταν απαραίτητα για να πραγματοποιηθεί η σύλληψή τους, το Δικαστήριο κατέληξε σε παραβίαση του άρθρου 3 για βασανιστήρια ή απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση» (Σισιλιάνος ΕΣΔΑ Ερμηνεία κατ’ άρθρο, με πληθώρα σχετικών αποφάσεων του Ε.Δ.Δ.Α.).
Επομένως, η παραβίαση της κείμενης νομοθεσίας συντρέχει όταν η χρήση βίας δεν είναι απολύτως απαραίτητη και πάντως όταν είναι υπερβολική (βλ. ενδεικτικά Σπυρόπουλος κλπ. Το Σύνταγμα, κατ’ άρθρο ερμηνεία, σελ. 32 και 176).
ΙΙΙ Στη χώρα μας διαχρονικά από τη μεταπολίτευση υπάρχουν αρκετά περιστατικά υπερβολικής χρήσης αστυνομικής βίας. Το τελευταίο χρονικό διάστημα έχουν καταγγελθεί φαινόμενα υπερβολικής βίας σε περιπτώσεις διαδηλώσεων. Σχεδόν πάντοτε οι υπαίτιοι δεν υφίστανται πειθαρχικές κυρώσεις γιατί οι διενεργούμενες ΕΔΕ οδηγούν από λόγους κακώς νοούμενης συναδελφικής αλληλεγγύης, αλλά και γενικότερου πολιτικού κλίματος, σε απαλλαγή των υπαιτίων αστυνομικών οργάνων, όπως επίσης δεν λαμβάνουν χώρα οι δέουσες κατ’ αποτέλεσμα ποινικές διαδικασίες.
Λόγω των περιστατικών αδικαιολόγητης αστυνομικής βίας προ έτους προβλέφθηκε νομοθετικά ο αυτοτελής ρόλος του Συνηγόρου του Πολίτη στην εξέταση των περιστατικών αυτών, συνεστήθη δε και σχετική Επιτροπή για εξέταση της αδικαιολόγητης αστυνομικής βίας υπό την προεδρία του συναδέλφου και Καθηγητή κ. Ν. Αλιβιζάτου, η οποία συνέταξε και σχετικό πόρισμα.
Όμως, ούτε αφέθηκε να ενεργοποιηθεί ο Συνήγορος του Πολίτη ούτε λήφθησαν υπόψη οι διαπιστώσεις της Επιτροπής Αλιβιζάτου, γεγονός που έχει επικριθεί έντονα.
IV Ενόψει αυτών η Επιτροπή αποφασίζει:
α) Να εκφράσει την ανησυχία της και την αντίθεσή της στα περιστατικά μη δικαιολογούμενης αστυνομικής βίας. O σεβασμός και η προστασία της αξιοπρέπειας των πολιτών και των συνταγματικών τους δικαιωμάτων και ελευθεριών πρέπει να είναι ουσιαστικός.
β) Να ζητηθεί από την Πολιτεία να διασφαλίσει στον Συνήγορο του Πολίτη την ανεμπόδιστη εκπλήρωση του έργου του με την παροχή των αιτουμένων από αυτό κάθε φορά στοιχείων, καθώς και την οργάνωσή του όπου απαιτείται.
γ) Να υλοποιηθούν άμεσα οι απόψεις της Επιτροπής Αλιβιζάτου και να της δοθεί η δυνατότητα ενεργότερης παρέμβασής της.
δ) Να υπάρξει αλλαγή του νομοθετικού πλαισίου ως προς την διενέργεια ΕΔΕ και τη συγκρότηση πειθαρχικών συμβουλίων, ώστε να μετέχουν σε αυτά κατά πλειοψηφία τουλάχιστον δικαστικοί και εισαγγελικοί λειτουργοί
ε) Να εφαρμοστεί η σχετική νομοθεσία που προβλέπει την ανά πενταετία εξέταση των αστυνομικών υπαλλήλων με ψυχοτεχνικά τεστ.
στ) Να συγκροτηθεί και να λειτουργεί κρατικό δίκτυο από κοινωνικούς λειτουργούς και ψυχιάτρους συμπαράστασης σε συμπολίτες μας θύματα ανεπίτρεπτης αστυνομικής βίας. ζ) Να υφίσταται συνεχής επιμόρφωση των αστυνομικών υπαλλήλων ως προς τα δικαιώματα των πολιτών και τα επιτρεπτά όρια επεμβάσεων των αστυνομικών αρχών.
Αθήνα, 12 Απριλίου 2021
Για την Επιτροπή
Ο Πρόεδρος
Xριστόφορος Αργυρόπουλος