Έτος:
2007 Για να διαβάσετε το έγγραφο σε πλήρη προβολή στην οθόνη σας, πατήστε παρακάτω το κουμπί “Fullscreen”
Embedded Scribd iPaper - Requires Javascript and Flash Player
Ο άνθρωπος γεννήθηκε ελεύθερος. Για να παραμείνει πράγματι ελεύθερος, οφείλει να συνειδητοποήσει ότι αποτελεί μέλος μιας κοινωνίας, με δικαιώματα και υποχρεώσεις. Ότι είναι ένας συνειδητός πολίτης και όχι ιδιώτης. Αλλως μετατρέπεται σε ανελεύθερο, που έχει την ψευδαίσθηση του ελεύθερου. Κι αυτό είναι το χειρότερο. Το πόσο ελεύθερος είναι κάποιος, αποδεικνύεται από το πόσο συνειδητοποιημένος είναι, από το πόσο γνωρίζει τα δικαιώματά του, από το πόσο έχει μάθει να αγωνίζεται γι αυτά, από το πόσο συνεπής στις υποχρεώσεις του είναι. Το βασικότερο ανθρώπινο δικαίωμα είναι το δικαίωμα στη ζωή, δηλαδή το δικαίωμα να ζείς σ’ ένα υγιές περιβάλλον. Είναι όμως γεγονός ότι τα τελευταία χρόνια η απληστία του κέρδους έχει οδηγήσει σε συνεχή βιασμό του περιβάλλοντος, σε άγρια εκμετάλλευση του φυσικού πλούτου, κατά τρόπο προκαλούντα οργή, θλίψη και αγανάκτηση. Οι παραβιάσεις του Συντάγματος και των νόμων και μάλιστα σε όχι λίγες περιπτώσεις, απ’ αυτούς που είναι εντεταλμένοι να τον προστατεύσουν, έχει οδηγήσει στην αποθράσυνση και στην γελοιοποίηση θεσμών και κράτους δικαίου. Η παρούσα έκδοση συνέχεια της έκδοσης της σύμβασης Ααρχους που κατέστη νόμος του κράτους σκοπό έχει να οπλίσει τον πολίτη με τις βασικές γνώσεις σε θέματα περιβάλλοντος και με βάση αυτές να αγωνισθεί για ένα υγιές περιβάλλον, για μια αειφόρο ανάπτυξη και όχι κερδοσκόπο, όπως εξελίσσεται. Για το δικαίωμα ελεύθερης πρόσβασης στις ακτές και τους αιγιαλούς. Ευχαριστώ πολύ τους συναδέλφους μου κ. κ. Ιωάννα Κουφάκη, Ιωάννα Χατζοπούλου Βασίλη Δωροβίνη, Θόδωρο Μεσσήνη, Βασίλη Παπαδημητρίου για την πολύτιμη συνδρομή και προσφορά τους, στην προσπάθεια του ΔΣΑ να ενημερώνει συναδέλφους και πολίτες, στα θέματα που σχετίζονται με το περιβάλλον. Αθήνα Ιούνιος 2007
Ο Πρόεδρος του Δ.Σ.Α. ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΠΑΞΙΝΟΣ 1
2
Ο αιγιαλός και η παραλία, παράκτια οικοσυστήματα, αποτελούν, δημόσια κοινόχρηστα πράγματα, ανήκοντα κατά κυριότητα και εξ αδιαιρέτου σε όλους μας και δεν πρέπει να παρεμποδίζεται η ακώλυτη και ελεύθερη απόλαυσή τους, που αποτελεί το βασικό και κύριο από την φύση προορισμό τους.
1. Εισαγωγή. Οι παράκτιες ζώνες αποτελούν μέχρι και σήμερα υψηλό αναπτυξιακό δυναμικό για τις σύγχρονες κοινωνίες και επιτελούν σημαντικές λειτουργίες σε πολλούς τομείς της οικονομίας όπως είναι ο τουρισμός, οι δραστηριότητες αναψυχής, η αλιεία, η ιχθυοτροφία, οι μεταφορές κλπ. Ταυτόχρονα όμως αποτελούν ευπαθή οικοσυστήματα τα οποία χρήζουν ιδιαίτερης προστασίας καθώς εξαιτίας του κομβικού ρόλου που διαδραματίζουν στην οικονομική ανάπτυξη δέχονται εκτεταμένες και συνεχείς πιέσεις. Δεδομένου ότι οι ακτές αποτελούν ουσιώδες στοιχείο του φυσικού περιβάλλοντος προστατεύονται συνταγματικά. Η συνταγματική προστασία των ακτών περιλαμβάνει την κατά φυσικό προορισμό χρήση τους και ιδίως τη διασφάλιση του δικαιώματος της ελεύθερης πρόσβασης σε αυτές καθώς επίσης και την κοινοχρησία αυτών. 2. Η προστασία των ακτών κατά το κοινοτικό δίκαιο. Η προστασία των ακτών, σύμφωνα με το κοινοτικό
3
δίκαιο, βασίζεται στην έννοια της ολοκληρωμένης διαχείρισης των παράκτιων ζωνών. Στο πλαίσιο αυτό το 2002 υιοθετήθηκε από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο η Σύσταση 2002/413 σχετικά με την εφαρμογή στην Ευρώπη της ολοκληρωμένης διαχείρισης των παράκτιων ζωνών. Σύμφωνα με την εν λόγω Σύσταση η στρατηγική προσέγγιση της διαχείρισης των παράκτιων ζωνών των κρατών μελών θα πρέπει να βασίζεται, μεταξύ άλλων, στην αειφόρο διαχείριση των φυσικών πόρων, στην αναγνώριση της απειλής που συνιστούν οι κλιματικές μεταβολές και η άνοδος της στάθμης της θάλασσας, στην παροχή κατάλληλων προσιτών εκτάσεων για το κοινό τόσο για αναψυχή όσο και για αισθητική απόλαυση και στη βελτίωση του συντονισμού όλων των σχετικών δράσεων που αναλαμβάνουν οι εθνικές αρχές. Με τη Σύσταση επισημαίνεται περαιτέρω ότι κατά τη χάραξη των εθνικών στρατηγικών και το σχεδιασμό μέτρων που στηρίζονται στις στρατηγικές αυτές, τα κράτη μέλη θα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη την αλληλεξάρτηση και την ανομοιότητα των φυσικών συστημάτων και των ανθρώπινων δραστηριοτήτων που επηρεάζουν τις παράκτιες περιοχές στο πλαίσιο της αρχής της προφύλαξης και των αναγκών των σημερινών και των μελλοντικών γενεών. Επισημαίνεται ότι η συμμετοχή των πολιτών στις σχετικές διαδικασίες είναι εξέχουσας σημασίας και υλοποιείται μέσα από την πληροφόρηση του κοινού και τη διαφάνεια της δράσης
4
της Δημόσιας Διοίκησης. Προς επίτευξη του σκοπού αυτού απαραίτητη είναι η εφαρμογή της Σύμβασης για την πρόσβαση σε πληροφορίες, τη συμμετοχή του κοινού στη λήψη αποφάσεων και την πρόσβαση στη δικαιοσύνη, η οποία υπογράφηκε στην πόλη Άαρχους της Δανίας, το 1998. Η Ελλάδα με καθυστέρηση αρκετών ετών τελικά κύρωσε με το ν. 3422/2005 την εν λόγω σύμβαση. Η Σύμβαση επιβάλει σε κάθε συμβαλλόμενο μέρος να εξασφαλίζει δικαίωμα πρόσβασης σε πληροφορίες και συμμετοχής του κοινού στη λήψη αποφάσεων καθώς και πρόσβαση στη δικαιοσύνη για περιβαλλοντικά θέματα, προκειμένου να συμβάλει στην προστασία κάθε ατόμου από τις παρούσες και μελλοντικές γενεές να ζει σε περιβάλλον κατάλληλο για την υγεία και την ευημερία του. Τα εν λόγω δικαιώματα ενισχύονται και από το συναφές κοινοτικό δίκαιο και ειδικότερα με την Οδηγία 2003/4 για την πρόσβαση του κοινού σε περιβαλλοντικές πληροφορίες, η οποία ενσωματώθηκε στο ελληνικό δίκαιο με την ΚΥΑ ΗΠ 11764/653/2006 (Β’327). Η ολοκληρωμένη διαχείριση των παράκτιων ζωνών στην οποία στοχεύει η Ευρωπαϊκή Ένωση βρίσκεται σε απόλυτη αρμονία με την ολιστική προσέγγιση της οδηγίας 2001/42 για τη στρατηγική εκτίμηση των σχεδίων και προγραμμάτων στο περιβάλλον, η οποία αποτελεί έναν σημαντικό μηχανισμό για την επίτευξη της αποτελεσματικής τους προστασίας καθώς υποχρεώνει τις εθνικές αρχές να λαμβάνουν υπόψη τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις μιας
5
μεγάλης σειράς σχεδίων και προγραμμάτων, ενώ ακόμη βρίσκονται στο στάδιο εκπόνησής τους. Είναι προφανές, ότι έργα και δραστηριότητες που αναπτύσσονται στις παράκτιες ζώνες εμπίπτουν υποχρεωτικά στη διαδικασία της οδηγίας 2001/42, που ανάγεται πλέον σε σημαντικό εργαλείο για την επίτευξη της βιώσιμης ανάπτυξης των περιοχών αυτών. Η οδηγία 2001/42 ενσωματώθηκε στο εθνικό δίκαιο με την ΚΥΑ 107017/28.8.2006 (ΦΕΚ 1225 Β.5.9.2006). 3. Η προστασία των ακτών σε εθνικό επίπεδο. Ενόψει του άρθρου 24 του Συντάγματος, εκδόθηκε ο ν. 1650/1986 ο οποίος αποσκοπεί στη θέσπιση θεμελιωδών κανόνων και την καθιέρωση κριτηρίων και μηχανισμών για την προστασία του περιβάλλοντος έτσι ώστε ο άνθρωπος, ως άτομο και ως μέλος του κοινωνικού συνόλου να ζει σε ένα υψηλής ποιότητας περιβάλλον μέσα στο οποίο να προστατεύεται η υγεία του και να ευνοείται η ανάπτυξη της προσωπικότητάς του. Μεταξύ των βασικών στόχων του νόμου είναι η προστασία των ακτών και των θαλασσών ως στοιχείων οικοσυστημάτων και ως στοιχείων του τοπίου. Η προστασία των ακτών ενισχύθηκε ιδιαίτερα από τη νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας που έχει κρίνει, μεταξύ άλλων, ότι οι ακτές συνιστούν ουσιώδες στοιχείο του φυσικού περιβάλλοντος και τυγχάνουν συνταγματικής προστασίας ευθέως εκ του άρθρου 24 του Συντάγματος κατά την ορθή ερμηνεία του οποίου πρέπει να
6
τελούν υπό καθεστώς ειδικής μεταχείρισης. Οι ακτές αποτελούν ουσιώδες στοιχείο του φυσικού περιβάλλοντος και το αισθητικό κάλλος τους αποτελεί πολύτιμο πόρο (ΣτΕ 3818/95, 4543/98). Η εκτέλεση δε τεχνικού έργου επί των ακτών και ιδίως στη χερσαία ή τη θαλάσσια ζώνη δεν είναι επιτρεπτή παρά μόνο για λόγους δημοσίου συμφέροντος και με την προϋπόθεση ότι το έργο είναι βιώσιμο. Η βιωσιμότητα ενός έργου προκύπτει από τη χωροθέτησή του, τους όρους της γενικής περιβαλλοντικής μελέτης που το προβλέπει και την ένταξή του στο συνολικό προγραμματισμό της επέμβασης στην ακτή (ΣτΕ 327/99). Προσθέτως, η συνταγματική προστασία των ακτών, η οποία εκτείνεται στη χερσαία και θαλάσσια ζώνη αυτών ως οικοσυστημάτων, περιλαμβάνει την κατά το φυσικό προορισμό χρήση τους και ιδίως τη διασφάλιση του δικαιώματος της ελεύθερης πρόσβασης σε αυτές καθώς επίσης και την κοινοχρησία αυτών. Κατά συνέπεια, θα πρέπει να αποκλείονται χρήσεις, οι οποίες μπορεί να εμποδίζουν την κατά προορισμό χρήση των χώρων αυτών, δηλαδή της ελεύθερης και ανεμπόδιστης επίσκεψης παραμονής, διελεύσεως και κολυμβήσεως (ΣτΕ 3346/99). Με τα δεδομένα αυτά η προστασία των ακτών έχει ως συνέπεια να απαγορεύονται επ’ αυτών χρήσεις που δεν συνάδουν με την ιδιότητά τους ως κοινοχρήστων πραγμάτων και δεν είναι συμβατές με το βασικό προορισμό τους, που συνίσταται στη διατήρηση του φυσικού περιβάλλοντος και στη διασφάλιση του δικαιώματος όλων για ελεύθερη
7
πρόσβαση σε αυτές. Κατά συνέπεια, απαγορεύεται, κατ’ αρχήν, η επί του αιγιαλού και της παραλίας κατασκευή και λειτουργία οχλουσών εγκαταστάσεων και η απονομή ιδιαίτερων δικαιωμάτων σε ορισμένους που έχει ως αποτέλεσμα να αναιρείται ο κοινόχρηστος χαρακτήρας τους. Επισημαίνεται δε ότι κάθε έργο ή δραστηριότητα που μπορεί κατ’ εξαίρεση να επιτρέπεται στις ευπαθείς αυτές ζώνες, θα πρέπει να εντάσσεται σε γενικότερο σχεδιασμό και προγραμματισμό της ευρύτερης περιοχής κατά την έννοια της οδηγίας 2001/42 για τη στρατηγική εκτίμηση των σχεδίων και προγραμμάτων στο περιβάλλον, που αποτελεί άλλωστε υποχρέωση της χώρας μας, σύμφωνα με το κοινοτικό δίκαιο. Περαιτέρω, κάθε έργο ή δραστηριότητα πρέπει να διέπεται από την αρχή της αειφορίας, όπως ορίζεται στο αναθεωρημένο με το Σύνταγμα του 2001 άρθρο 24 και να είναι βιώσιμο προς όφελος τόσο των σημερινών όσο και των μελλοντικών γενεών. 4. Το ειδικότερο νομικό καθεστώς του αιγιαλού και της παραλίας. Ο αιγιαλός και η παραλία, ως ανήκοντα κατά κυριότητα στο Δημόσιο, ανήκουν εξ αδιαιρέτου σε όλους ανεξαιρέτως τους πολίτες, οι οποίοι έχουν δικαίωμα στη χρήση τους και κατά συνέπεια στην απόλυτη και ελεύθερη πρόσβαση και απόλαυσή τους. Το δικαίωμα αυτό στη χρήση κοινόχρηστων πραγμάτων απορρέει από το δικαίωμα στην
8
προσωπικότητα, το οποίο κατοχυρώνεται τόσο στο άρθρο 5 παρ. 1 του Συντάγματος, όσο και στον Α.Κ , άρθρο 57. Ο αιγιαλός και η παραλία, ως κοινόχρηστα πράγματα, αποτελούν μέρος του οικοσυστήματος και αποτελούν «περιβαλλοντικά αγαθά» και μάλιστα όπως ορίζει η παράγραφος 2 του άρθρου 2 του Ν.2971/2001: «Η προστασία του οικοσυστήματος των ζωνών αυτών είναι ευθύνη του κράτους». Σύμφωνα με το ν. 2791/2001 ως «Αιγιαλός» νοείται η ζώνη της ξηράς (χερσαία ζώνη), που βρέχεται από τη θάλασσα από τις μεγαλύτερες και συνήθεις αναβάσεις των κυμάτων της. Αποτελεί ως εκ τούτου δημιούργημα της φύσεως και όχι ανθρώπινων πράξεων και δεν επιδέχεται συναλλαγή, αλλά διαπιστώνεται και καταγράφεται από την Διοίκηση (άρθρο 1, παρ. 1 του Ν.2971/2001). Ως «Παραλία» νοείται η ζώνη ξηράς, που προστίθεται στον αιγιαλό, καθορίζεται δε σε πλάτος μέχρι και πενήντα (50) μέτρα από την οριογραμμή του αιγιαλού προς εξυπηρέτηση της επικοινωνίας της ξηράς με την θάλασσα και αντίστροφα. Αποτελεί ως εκ τούτου δημιούργημα του ανθρώπου, καταγράφεται δε και χαράσσεται από τη Διοίκηση (άρθρο 1, παρ. 2 του Ν.2971/2001). Εκ των ορισμών αυτών γίνεται αντιληπτό, ότι ο αιγιαλός και η παραλία αποτελούν πράγματα κοινόχρηστα ανήκουν κατά κυριότητα στο Δημόσιο και συγκεκριμένα στη δημόσια (κοινόχρηστη) περιουσία αυτού, την οποία
9
διαχειρίζεται ως imperium και όχι ως fiscus και οφείλει να προστατεύει, όπως ρητά ορίζει η παρ. 1 του άρθρου 2 του Ν.2791/2001. Το ίδιο, κατ’ ουσία, όριζε και ο παλαιότερος νόμος, ο Α.Ν 2344/1940 περί αιγιαλών και παραλιών, αλλά και το Ρωμαϊκό Δίκαιο, το οποίο μάλιστα αναγνώριζε τον αιγιαλό ως πράγμα, που εξυπηρετούσε την κοινή χρήση και οριζόταν δε «μέχρις ου το χειμέριον έξεισι κύμα», κριτήριο που χρησιμοποιείται μέχρι και σήμερα. Ο νόμος 2971/2001 που ισχύει σήμερα θεωρεί τον αιγιαλό και την παραλία ως ζώνες του οικοσυστήματος και επιβάλλει στο κράτος να λαμβάνει μέτρα για την προστασία τους. Επισημαίνεται ότι στην παράγραφο 3 του άρθρου 2, ορίζεται ότι ο κύριος προορισμός των ζωνών αυτών, αιγιαλού και παραλίας, είναι η ελεύθερη και ακώλυτη πρόσβαση προς αυτές από τον καθένα. Κατ’ εξαίρεση δε ο αιγιαλός και η παραλία μπορούν να χρησιμεύσουν για κοινωφελείς περιβαλλοντικούς και πολιτιστικούς σκοπούς καθώς επίσης και για την εξυπηρέτηση υπέρτερου δημοσίου συμφέροντος. Στις ιδιαίτερες περιπτώσεις που ο νόμος 2971/2001 δίδει την δυνατότητα στη Διοίκηση για παραχώρηση αιγιαλού και παραλίας, καθώς και για εκτέλεση ορισμένων έργων για σπουδαίους σκοπούς, θέτει ως βασικό όρο και προϋπόθεση να εξασφαλίζεται και να μην εμποδίζεται η ελεύθερη και απρόσκοπτη πρόσβαση των πολιτών στην
10
παραλία και αιγιαλό, εκτός αν τούτο επιβάλλεται για λόγους εθνικής άμυνας, δημόσιας τάξης και ασφάλειας, προστασίας αρχαίων, προστασίας του περιβάλλοντος ή της δημόσιας υγείας, αγαθά ύψιστης σημασίας και αξίας, τα οποία πρέπει να προστατεύονται κατά προτεραιότητα, γιατί εξασφαλίζουν αυτήν την ίδια ανθρώπινη ύπαρξη. Κατά συνέπεια, ο ισχύων σήμερα νόμος 2971/2001 όχι μόνο αναγνωρίζει τον αιγιαλό και την παραλία ως κοινόχρηστα πράγματα, που ανήκουν κατά κυριότητα στο Δημόσιο, αλλά κατοχυρώνει την ελεύθερη και ακώλυτη πρόσβαση, την οποία και αναδεικνύει μάλιστα ως κύριο προορισμό τους. Με τα δεδομένα αυτά η Διοίκηση, στην οποία εναπόκειται κατά κύριο λόγο η προστασία και διαχείριση των ακτών θα πρέπει να λαμβάνει αφενός όλα τα κατάλληλα μέτρα για την προστασία τους και αφετέρου, όταν αποφασίσει να παραχωρήσει τη χρήση τους να σταθμίζει τα τυχόν συγκρουομένα συμφέροντα, όπως είναι η απόλαυση ενός περιβαλλοντικού αγαθού και η οικονομική ανάπτυξη των ακτών.
5. Η πραγματική κατάσταση. Η Ελλάδα διαθέτει ακτογραμμή, που προσεγγίζει κατά τους μέχρι τώρα υπολογισμούς τα 15.000 χιλιόμετρα περίπου σε μια συνολική επιφάνεια της χώρας 132.000 τετραγωνικών
11
χιλιομέτρων. Θα μπορούσε λοιπόν κανείς να υποστηρίξει ότι η Ελλάδα φέρει τα χαρακτηριστικά ενός νησιού και η επιρροή και συμβολή του αιγιαλού και της παραλίας σε όλο το οικοσύστημα είναι ιδιαίτερα σημαντική. Ωστόσο, στο πλαίσιο της τουριστικής ανάπτυξης και του οικονομικού οφέλους, παρατηρείται τα τελευταία χρόνια στην Ελλάδα μια συστηματική και έντονη παρέμβαση στις ακτές, που ως αποτέλεσμα έχει αφενός να αναιρείται ο κοινόχρηστος χαρακτήρας τους και αφετέρου να προσβάλλεται και να υποβαθμίζεται το ευαίσθητο αυτό οικοσύστημα. Χαρακτηριστικά παραδείγματα αποτελούν οι περιφράξεις παραλιακών εκτάσεων, η λειτουργία δραστηριοτήτων που δεν συνάδουν με την κατά φυσικό προορισμό των ακτών χρήση, η επιβολή χρηματικού αντιτίμου στους πολίτες προκειμένου να επιτραπεί η είσοδός τους στις παραλίες με αποτέλεσμα να παραβιάζεται το δικαίωμα της ελεύθερης πρόσβασης του καθενός στις ακτές. Το φαινόμενο αυτό αν και παρατηρείται σε όλη την χώρα, λαμβάνει ανησυχητικές διαστάσεις στο νομό Αττικής, που συγκεντρώνεται σχεδόν ο μισός πληθυσμός της Ελλάδας. Η σχετική νομοθεσία, εθνική και κοινοτική δεν εφαρμόζεται ενώ το πρόσφατο νομοσχέδιο περί αιγιαλού και παραλίας του Υπουργείου Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών επιχειρεί να διευρύνει ακόμη περισσότερο τη δυνατότητα της οικονομικής εκμετάλλευσης του αιγιαλού και της παραλίας. Η δε δυνατότητα νομιμοποίησης που
12
παρέχεται για όλα ανεξαιρέτως τα έργα, τις εγκαταστάσεις και τα κτίρια που έχουν γίνει στον αιγιαλό, την παραλία ή τη ζώνη λιμένα χωρίς άδεια ή με υπέρβαση αυτής, μέχρι τη δημοσίευση του νέου νόμου αντίκειται ευθέως στις σχετικές εθνικές και κοινοτικές ρυθμίσεις για την περιβαλλοντική αδειοδότηση, στο ν. 1650/1986 για το περιβάλλον, όπως τροποποιήθηκε από το ν. 3010/2002 και στην επιταγή του συντακτικού νομοθέτη περί υποχρέωσης λήψης προληπτικών μέτρων για την προστασία του περιβάλλοντος. Με τα δεδομένα αυτά το νομοσχέδιο εντείνει αντί να επιλύει τα προβλήματα που έχουν ανακύψει τα τελευταία χρόνια ενώ έρχεται σε αντίθεση με τους εθνικούς και κοινοτικούς κανόνες για την προστασία του περιβάλλοντος και ιδιαίτερα των ακτών.
6. Η περίπτωση των Τουριστικών Δημόσιων Ακινήτων. Η Διοίκηση στο παρελθόν και ιδιαίτερα στη δεκαετία του ΄60, προκειμένου να παρεμβαίνει αποφασιστικά στη διαχείριση των αιγιαλών και παραλιών αφού επέλεγε συγκεκριμένες παραλίες εξέδιδε Συντακτικές Πράξεις και Διατάγματα, με τα οποία τις χαρακτήριζε Τουριστικά Δημόσια Κτήματα. Στις περιπτώσεις αυτές η ψιλή κυριότητα ανήκε στο Δημόσιο και η επικαρπία στον Ελληνικό Οργανισμό Τουρισμού (ΕΟΤ). Με τη διαδικασία αυτή ανατίθετο στον ΕΟΤ η αποκλειστική διαχείριση των τμημάτων αιγιαλού, που είχαν
13
επιλεγεί και κατά αυτόν τον τρόπο απεκλείετο ολοκληρωτικά η κοινοχρησία τους. Περαιτέρω, ο ΕΟΤ, δια του εποπτεύοντος Υπουργείου Ανάπτυξης, σύστησε την εταιρία «Ελληνικά Τουριστικά Ακίνητα» (ΕΤΑ), που σήμερα έχει μετονομασθεί σε Εταιρία Τουριστικής Ανάπτυξης, στην οποία μεταβίβασε τα Τουριστικά Δημόσια Κτήματα, προκειμένου να τα διαχειρίζεται αποκλειστικά. Ωστόσο, η ΕΤΑ στη συνέχεια παραχώρησε κατά ένα μεγάλο μέρος τη διαχείριση αιγιαλών και παραλιών σε ιδιωτικούς φορείς προς οικονομική εκμετάλλευση και μόνο. Αμφισβητείται, ωστόσο, η νομιμότητα έκδοσης των σχετικών πράξεων ως αντικείμενες στο Σύνταγμα αλλά και στην ειδικότερη νομοθεσία που ισχύει καθώς η εξουσία (Imperium) του Δημοσίου επί των κοινόχρηστων πραγμάτων (αιγιαλό – παραλία) είναι απολύτως εκτός συναλλαγής και επομένως αυστηρά αμεταβίβαστη. 7. Συμπεράσματα. Όπως ήδη αναφέρθηκε, το δικαίωμα στη χρήση και απόλαυση των κοινόχρηστων πραγμάτων απορρέει από το δικαίωμα στην προσωπικότητα και κατοχυρώνεται τόσο στο άρθρο 5 παρ.1 Συντάγματος, όσο και στο Α.Κ. 57. Η δε προστασία των ακτών, ως οικοσυστημάτων του φυσικού περιβάλλοντος εμπίπτει στην προστασία του άρθρου 24 που αποτελεί επίσης δικαίωμα του καθενός. Η σημερινή κατάσταση που έχει διαμορφωθεί στις ακτές της χώρας, εξαιτίας συγκεκριμένων πράξεων και
14
παραλείψεων της Διοίκησης αντιβαίνει στις αρχές της προστασίας του περιβάλλοντος και της αειφόρου ανάπτυξης, όπως προκύπτει από τη συνδυαστική ερμηνεία των άρθρων 24 και 106 του Συντάγματος. Ωστόσο, το Κράτος δεν φαίνεται να σκοπεύει να αποκαταστήσει τη νομιμότητα που εξακολουθεί να παραβιάζεται αλλά αντίθετα, μετά και από την υποβολή του πρόσφατου σχεδίου νόμου περί αιγιαλού και παραλίας, φαίνεται να επιβραβεύει τις παράνομες δραστηριότητες, να παρέχει τη δυνατότητα νομιμοποίησης αυθαιρέτων εγκαταστάσεων και κτισμάτων και να περιορίζει τελικά τη χρήση ενός περιβαλλοντικού αγαθού, το οποίο όλοι δικαιούνται να απολαμβάνουν. Στο πλαίσιο αυτό αποτελεί υποχρέωση του καθενός να υπερασπίσει τα προσβαλλόμενα δικαιώματά του που σχετίζονται με την παράλειψη μέτρων προστασίας των ακτών και την κατάργηση του κοινόχρηστου χαρακτήρα τους. Αρωγός των πολιτών στις νόμιμες και δίκαιες διεκδικήσεις τους είναι οι ΟΤΑ, που έχουν άμεση αντίληψη της κατάστασης, που βιώνουν καθημερινά οι πολίτες.
8. Προτάσεις. 1. Η κατάργηση της ΕΤΑ και η επαναφορά των αρμοδιοτήτων διαχείρισης των Τουριστικών Δημοσίων Κτημάτων στην κεντρική εξουσία του Δημοσίου.
15
2. Η απόσυρση του προτεινόμενου νέου νομοσχεδίου για τον αιγιαλό και την παραλία. 3. Η λήψη άμεσων μέτρων διαχείρισης εκ μέρους του Δημοσίου για την προστασία των ευπαθών οικοσυστημάτων των ακτών. 4. Η εξασφάλιση της προστασίας του δικαιώματος της ελεύθερης πρόσβασης όλων των πολιτών στις ακτές. Ο Δικηγορικός Σύλλογος Αθηνών προτίθεται να συμβάλει στην επίτευξη των παραπάνω σημαντικών στόχων, με κάθε νόμιμο μέσο που διαθέτει.
Αθήνα, 5 Ιουνίου 2007
16
Ο άνθρωπος γεννήθηκε ελεύθερος. Για να παραμείνει πράγματι ελεύθερος, οφείλει να συνειδητοποήσει ότι αποτελεί μέλος μιας κοινωνίας, με δικαιώματα και υποχρεώσεις. Ότι είναι ένας συνειδητός πολίτης και όχι ιδιώτης. Αλλως μετατρέπεται σε ανελεύθερο, που έχει την ψευδαίσθηση του ελεύθερου. Κι αυτό είναι το χειρότερο. Το πόσο ελεύθερος είναι κάποιος, αποδεικνύεται από το πόσο συνειδητοποιημένος είναι, από το πόσο γνωρίζει τα δικαιώματά του, από το πόσο έχει μάθει να αγωνίζεται γι αυτά, από το πόσο συνεπής στις υποχρεώσεις του είναι. Το βασικότερο ανθρώπινο δικαίωμα είναι το δικαίωμα στη ζωή, δηλαδή το δικαίωμα να ζείς σ’ ένα υγιές περιβάλλον. Είναι όμως γεγονός ότι τα τελευταία χρόνια η απληστία του κέρδους έχει οδηγήσει σε συνεχή βιασμό του περιβάλλοντος, σε άγρια εκμετάλλευση του φυσικού πλούτου, κατά τρόπο προκαλούντα οργή, θλίψη και αγανάκτηση. Οι παραβιάσεις του Συντάγματος και των νόμων και μάλιστα σε όχι λίγες περιπτώσεις, απ’ αυτούς που είναι εντεταλμένοι να τον προστατεύσουν, έχει οδηγήσει στην αποθράσυνση και στην γελοιοποίηση θεσμών και κράτους δικαίου. Η παρούσα έκδοση συνέχεια της έκδοσης της σύμβασης Ααρχους που κατέστη νόμος του κράτους σκοπό έχει να οπλίσει τον πολίτη με τις βασικές γνώσεις σε θέματα περιβάλλοντος και με βάση αυτές να αγωνισθεί για ένα υγιές περιβάλλον, για μια αειφόρο ανάπτυξη και όχι κερδοσκόπο, όπως εξελίσσεται. Για το δικαίωμα ελεύθερης πρόσβασης στις ακτές και τους αιγιαλούς. Ευχαριστώ πολύ τους συναδέλφους μου κ. κ. Ιωάννα Κουφάκη, Ιωάννα Χατζοπούλου Βασίλη Δωροβίνη, Θόδωρο Μεσσήνη, Βασίλη Παπαδημητρίου για την πολύτιμη συνδρομή και προσφορά τους, στην προσπάθεια του ΔΣΑ να ενημερώνει συναδέλφους και πολίτες, στα θέματα που σχετίζονται με το περιβάλλον. Αθήνα Ιούνιος 2007
Ο Πρόεδρος του Δ.Σ.Α. ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΠΑΞΙΝΟΣ 1
2
Ο αιγιαλός και η παραλία, παράκτια οικοσυστήματα, αποτελούν, δημόσια κοινόχρηστα πράγματα, ανήκοντα κατά κυριότητα και εξ αδιαιρέτου σε όλους μας και δεν πρέπει να παρεμποδίζεται η ακώλυτη και ελεύθερη απόλαυσή τους, που αποτελεί το βασικό και κύριο από την φύση προορισμό τους.
1. Εισαγωγή. Οι παράκτιες ζώνες αποτελούν μέχρι και σήμερα υψηλό αναπτυξιακό δυναμικό για τις σύγχρονες κοινωνίες και επιτελούν σημαντικές λειτουργίες σε πολλούς τομείς της οικονομίας όπως είναι ο τουρισμός, οι δραστηριότητες αναψυχής, η αλιεία, η ιχθυοτροφία, οι μεταφορές κλπ. Ταυτόχρονα όμως αποτελούν ευπαθή οικοσυστήματα τα οποία χρήζουν ιδιαίτερης προστασίας καθώς εξαιτίας του κομβικού ρόλου που διαδραματίζουν στην οικονομική ανάπτυξη δέχονται εκτεταμένες και συνεχείς πιέσεις. Δεδομένου ότι οι ακτές αποτελούν ουσιώδες στοιχείο του φυσικού περιβάλλοντος προστατεύονται συνταγματικά. Η συνταγματική προστασία των ακτών περιλαμβάνει την κατά φυσικό προορισμό χρήση τους και ιδίως τη διασφάλιση του δικαιώματος της ελεύθερης πρόσβασης σε αυτές καθώς επίσης και την κοινοχρησία αυτών. 2. Η προστασία των ακτών κατά το κοινοτικό δίκαιο. Η προστασία των ακτών, σύμφωνα με το κοινοτικό
3
δίκαιο, βασίζεται στην έννοια της ολοκληρωμένης διαχείρισης των παράκτιων ζωνών. Στο πλαίσιο αυτό το 2002 υιοθετήθηκε από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο η Σύσταση 2002/413 σχετικά με την εφαρμογή στην Ευρώπη της ολοκληρωμένης διαχείρισης των παράκτιων ζωνών. Σύμφωνα με την εν λόγω Σύσταση η στρατηγική προσέγγιση της διαχείρισης των παράκτιων ζωνών των κρατών μελών θα πρέπει να βασίζεται, μεταξύ άλλων, στην αειφόρο διαχείριση των φυσικών πόρων, στην αναγνώριση της απειλής που συνιστούν οι κλιματικές μεταβολές και η άνοδος της στάθμης της θάλασσας, στην παροχή κατάλληλων προσιτών εκτάσεων για το κοινό τόσο για αναψυχή όσο και για αισθητική απόλαυση και στη βελτίωση του συντονισμού όλων των σχετικών δράσεων που αναλαμβάνουν οι εθνικές αρχές. Με τη Σύσταση επισημαίνεται περαιτέρω ότι κατά τη χάραξη των εθνικών στρατηγικών και το σχεδιασμό μέτρων που στηρίζονται στις στρατηγικές αυτές, τα κράτη μέλη θα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη την αλληλεξάρτηση και την ανομοιότητα των φυσικών συστημάτων και των ανθρώπινων δραστηριοτήτων που επηρεάζουν τις παράκτιες περιοχές στο πλαίσιο της αρχής της προφύλαξης και των αναγκών των σημερινών και των μελλοντικών γενεών. Επισημαίνεται ότι η συμμετοχή των πολιτών στις σχετικές διαδικασίες είναι εξέχουσας σημασίας και υλοποιείται μέσα από την πληροφόρηση του κοινού και τη διαφάνεια της δράσης
4
της Δημόσιας Διοίκησης. Προς επίτευξη του σκοπού αυτού απαραίτητη είναι η εφαρμογή της Σύμβασης για την πρόσβαση σε πληροφορίες, τη συμμετοχή του κοινού στη λήψη αποφάσεων και την πρόσβαση στη δικαιοσύνη, η οποία υπογράφηκε στην πόλη Άαρχους της Δανίας, το 1998. Η Ελλάδα με καθυστέρηση αρκετών ετών τελικά κύρωσε με το ν. 3422/2005 την εν λόγω σύμβαση. Η Σύμβαση επιβάλει σε κάθε συμβαλλόμενο μέρος να εξασφαλίζει δικαίωμα πρόσβασης σε πληροφορίες και συμμετοχής του κοινού στη λήψη αποφάσεων καθώς και πρόσβαση στη δικαιοσύνη για περιβαλλοντικά θέματα, προκειμένου να συμβάλει στην προστασία κάθε ατόμου από τις παρούσες και μελλοντικές γενεές να ζει σε περιβάλλον κατάλληλο για την υγεία και την ευημερία του. Τα εν λόγω δικαιώματα ενισχύονται και από το συναφές κοινοτικό δίκαιο και ειδικότερα με την Οδηγία 2003/4 για την πρόσβαση του κοινού σε περιβαλλοντικές πληροφορίες, η οποία ενσωματώθηκε στο ελληνικό δίκαιο με την ΚΥΑ ΗΠ 11764/653/2006 (Β’327). Η ολοκληρωμένη διαχείριση των παράκτιων ζωνών στην οποία στοχεύει η Ευρωπαϊκή Ένωση βρίσκεται σε απόλυτη αρμονία με την ολιστική προσέγγιση της οδηγίας 2001/42 για τη στρατηγική εκτίμηση των σχεδίων και προγραμμάτων στο περιβάλλον, η οποία αποτελεί έναν σημαντικό μηχανισμό για την επίτευξη της αποτελεσματικής τους προστασίας καθώς υποχρεώνει τις εθνικές αρχές να λαμβάνουν υπόψη τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις μιας
5
μεγάλης σειράς σχεδίων και προγραμμάτων, ενώ ακόμη βρίσκονται στο στάδιο εκπόνησής τους. Είναι προφανές, ότι έργα και δραστηριότητες που αναπτύσσονται στις παράκτιες ζώνες εμπίπτουν υποχρεωτικά στη διαδικασία της οδηγίας 2001/42, που ανάγεται πλέον σε σημαντικό εργαλείο για την επίτευξη της βιώσιμης ανάπτυξης των περιοχών αυτών. Η οδηγία 2001/42 ενσωματώθηκε στο εθνικό δίκαιο με την ΚΥΑ 107017/28.8.2006 (ΦΕΚ 1225 Β.5.9.2006). 3. Η προστασία των ακτών σε εθνικό επίπεδο. Ενόψει του άρθρου 24 του Συντάγματος, εκδόθηκε ο ν. 1650/1986 ο οποίος αποσκοπεί στη θέσπιση θεμελιωδών κανόνων και την καθιέρωση κριτηρίων και μηχανισμών για την προστασία του περιβάλλοντος έτσι ώστε ο άνθρωπος, ως άτομο και ως μέλος του κοινωνικού συνόλου να ζει σε ένα υψηλής ποιότητας περιβάλλον μέσα στο οποίο να προστατεύεται η υγεία του και να ευνοείται η ανάπτυξη της προσωπικότητάς του. Μεταξύ των βασικών στόχων του νόμου είναι η προστασία των ακτών και των θαλασσών ως στοιχείων οικοσυστημάτων και ως στοιχείων του τοπίου. Η προστασία των ακτών ενισχύθηκε ιδιαίτερα από τη νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας που έχει κρίνει, μεταξύ άλλων, ότι οι ακτές συνιστούν ουσιώδες στοιχείο του φυσικού περιβάλλοντος και τυγχάνουν συνταγματικής προστασίας ευθέως εκ του άρθρου 24 του Συντάγματος κατά την ορθή ερμηνεία του οποίου πρέπει να
6
τελούν υπό καθεστώς ειδικής μεταχείρισης. Οι ακτές αποτελούν ουσιώδες στοιχείο του φυσικού περιβάλλοντος και το αισθητικό κάλλος τους αποτελεί πολύτιμο πόρο (ΣτΕ 3818/95, 4543/98). Η εκτέλεση δε τεχνικού έργου επί των ακτών και ιδίως στη χερσαία ή τη θαλάσσια ζώνη δεν είναι επιτρεπτή παρά μόνο για λόγους δημοσίου συμφέροντος και με την προϋπόθεση ότι το έργο είναι βιώσιμο. Η βιωσιμότητα ενός έργου προκύπτει από τη χωροθέτησή του, τους όρους της γενικής περιβαλλοντικής μελέτης που το προβλέπει και την ένταξή του στο συνολικό προγραμματισμό της επέμβασης στην ακτή (ΣτΕ 327/99). Προσθέτως, η συνταγματική προστασία των ακτών, η οποία εκτείνεται στη χερσαία και θαλάσσια ζώνη αυτών ως οικοσυστημάτων, περιλαμβάνει την κατά το φυσικό προορισμό χρήση τους και ιδίως τη διασφάλιση του δικαιώματος της ελεύθερης πρόσβασης σε αυτές καθώς επίσης και την κοινοχρησία αυτών. Κατά συνέπεια, θα πρέπει να αποκλείονται χρήσεις, οι οποίες μπορεί να εμποδίζουν την κατά προορισμό χρήση των χώρων αυτών, δηλαδή της ελεύθερης και ανεμπόδιστης επίσκεψης παραμονής, διελεύσεως και κολυμβήσεως (ΣτΕ 3346/99). Με τα δεδομένα αυτά η προστασία των ακτών έχει ως συνέπεια να απαγορεύονται επ’ αυτών χρήσεις που δεν συνάδουν με την ιδιότητά τους ως κοινοχρήστων πραγμάτων και δεν είναι συμβατές με το βασικό προορισμό τους, που συνίσταται στη διατήρηση του φυσικού περιβάλλοντος και στη διασφάλιση του δικαιώματος όλων για ελεύθερη
7
πρόσβαση σε αυτές. Κατά συνέπεια, απαγορεύεται, κατ’ αρχήν, η επί του αιγιαλού και της παραλίας κατασκευή και λειτουργία οχλουσών εγκαταστάσεων και η απονομή ιδιαίτερων δικαιωμάτων σε ορισμένους που έχει ως αποτέλεσμα να αναιρείται ο κοινόχρηστος χαρακτήρας τους. Επισημαίνεται δε ότι κάθε έργο ή δραστηριότητα που μπορεί κατ’ εξαίρεση να επιτρέπεται στις ευπαθείς αυτές ζώνες, θα πρέπει να εντάσσεται σε γενικότερο σχεδιασμό και προγραμματισμό της ευρύτερης περιοχής κατά την έννοια της οδηγίας 2001/42 για τη στρατηγική εκτίμηση των σχεδίων και προγραμμάτων στο περιβάλλον, που αποτελεί άλλωστε υποχρέωση της χώρας μας, σύμφωνα με το κοινοτικό δίκαιο. Περαιτέρω, κάθε έργο ή δραστηριότητα πρέπει να διέπεται από την αρχή της αειφορίας, όπως ορίζεται στο αναθεωρημένο με το Σύνταγμα του 2001 άρθρο 24 και να είναι βιώσιμο προς όφελος τόσο των σημερινών όσο και των μελλοντικών γενεών. 4. Το ειδικότερο νομικό καθεστώς του αιγιαλού και της παραλίας. Ο αιγιαλός και η παραλία, ως ανήκοντα κατά κυριότητα στο Δημόσιο, ανήκουν εξ αδιαιρέτου σε όλους ανεξαιρέτως τους πολίτες, οι οποίοι έχουν δικαίωμα στη χρήση τους και κατά συνέπεια στην απόλυτη και ελεύθερη πρόσβαση και απόλαυσή τους. Το δικαίωμα αυτό στη χρήση κοινόχρηστων πραγμάτων απορρέει από το δικαίωμα στην
8
προσωπικότητα, το οποίο κατοχυρώνεται τόσο στο άρθρο 5 παρ. 1 του Συντάγματος, όσο και στον Α.Κ , άρθρο 57. Ο αιγιαλός και η παραλία, ως κοινόχρηστα πράγματα, αποτελούν μέρος του οικοσυστήματος και αποτελούν «περιβαλλοντικά αγαθά» και μάλιστα όπως ορίζει η παράγραφος 2 του άρθρου 2 του Ν.2971/2001: «Η προστασία του οικοσυστήματος των ζωνών αυτών είναι ευθύνη του κράτους». Σύμφωνα με το ν. 2791/2001 ως «Αιγιαλός» νοείται η ζώνη της ξηράς (χερσαία ζώνη), που βρέχεται από τη θάλασσα από τις μεγαλύτερες και συνήθεις αναβάσεις των κυμάτων της. Αποτελεί ως εκ τούτου δημιούργημα της φύσεως και όχι ανθρώπινων πράξεων και δεν επιδέχεται συναλλαγή, αλλά διαπιστώνεται και καταγράφεται από την Διοίκηση (άρθρο 1, παρ. 1 του Ν.2971/2001). Ως «Παραλία» νοείται η ζώνη ξηράς, που προστίθεται στον αιγιαλό, καθορίζεται δε σε πλάτος μέχρι και πενήντα (50) μέτρα από την οριογραμμή του αιγιαλού προς εξυπηρέτηση της επικοινωνίας της ξηράς με την θάλασσα και αντίστροφα. Αποτελεί ως εκ τούτου δημιούργημα του ανθρώπου, καταγράφεται δε και χαράσσεται από τη Διοίκηση (άρθρο 1, παρ. 2 του Ν.2971/2001). Εκ των ορισμών αυτών γίνεται αντιληπτό, ότι ο αιγιαλός και η παραλία αποτελούν πράγματα κοινόχρηστα ανήκουν κατά κυριότητα στο Δημόσιο και συγκεκριμένα στη δημόσια (κοινόχρηστη) περιουσία αυτού, την οποία
9
διαχειρίζεται ως imperium και όχι ως fiscus και οφείλει να προστατεύει, όπως ρητά ορίζει η παρ. 1 του άρθρου 2 του Ν.2791/2001. Το ίδιο, κατ’ ουσία, όριζε και ο παλαιότερος νόμος, ο Α.Ν 2344/1940 περί αιγιαλών και παραλιών, αλλά και το Ρωμαϊκό Δίκαιο, το οποίο μάλιστα αναγνώριζε τον αιγιαλό ως πράγμα, που εξυπηρετούσε την κοινή χρήση και οριζόταν δε «μέχρις ου το χειμέριον έξεισι κύμα», κριτήριο που χρησιμοποιείται μέχρι και σήμερα. Ο νόμος 2971/2001 που ισχύει σήμερα θεωρεί τον αιγιαλό και την παραλία ως ζώνες του οικοσυστήματος και επιβάλλει στο κράτος να λαμβάνει μέτρα για την προστασία τους. Επισημαίνεται ότι στην παράγραφο 3 του άρθρου 2, ορίζεται ότι ο κύριος προορισμός των ζωνών αυτών, αιγιαλού και παραλίας, είναι η ελεύθερη και ακώλυτη πρόσβαση προς αυτές από τον καθένα. Κατ’ εξαίρεση δε ο αιγιαλός και η παραλία μπορούν να χρησιμεύσουν για κοινωφελείς περιβαλλοντικούς και πολιτιστικούς σκοπούς καθώς επίσης και για την εξυπηρέτηση υπέρτερου δημοσίου συμφέροντος. Στις ιδιαίτερες περιπτώσεις που ο νόμος 2971/2001 δίδει την δυνατότητα στη Διοίκηση για παραχώρηση αιγιαλού και παραλίας, καθώς και για εκτέλεση ορισμένων έργων για σπουδαίους σκοπούς, θέτει ως βασικό όρο και προϋπόθεση να εξασφαλίζεται και να μην εμποδίζεται η ελεύθερη και απρόσκοπτη πρόσβαση των πολιτών στην
10
παραλία και αιγιαλό, εκτός αν τούτο επιβάλλεται για λόγους εθνικής άμυνας, δημόσιας τάξης και ασφάλειας, προστασίας αρχαίων, προστασίας του περιβάλλοντος ή της δημόσιας υγείας, αγαθά ύψιστης σημασίας και αξίας, τα οποία πρέπει να προστατεύονται κατά προτεραιότητα, γιατί εξασφαλίζουν αυτήν την ίδια ανθρώπινη ύπαρξη. Κατά συνέπεια, ο ισχύων σήμερα νόμος 2971/2001 όχι μόνο αναγνωρίζει τον αιγιαλό και την παραλία ως κοινόχρηστα πράγματα, που ανήκουν κατά κυριότητα στο Δημόσιο, αλλά κατοχυρώνει την ελεύθερη και ακώλυτη πρόσβαση, την οποία και αναδεικνύει μάλιστα ως κύριο προορισμό τους. Με τα δεδομένα αυτά η Διοίκηση, στην οποία εναπόκειται κατά κύριο λόγο η προστασία και διαχείριση των ακτών θα πρέπει να λαμβάνει αφενός όλα τα κατάλληλα μέτρα για την προστασία τους και αφετέρου, όταν αποφασίσει να παραχωρήσει τη χρήση τους να σταθμίζει τα τυχόν συγκρουομένα συμφέροντα, όπως είναι η απόλαυση ενός περιβαλλοντικού αγαθού και η οικονομική ανάπτυξη των ακτών.
5. Η πραγματική κατάσταση. Η Ελλάδα διαθέτει ακτογραμμή, που προσεγγίζει κατά τους μέχρι τώρα υπολογισμούς τα 15.000 χιλιόμετρα περίπου σε μια συνολική επιφάνεια της χώρας 132.000 τετραγωνικών
11
χιλιομέτρων. Θα μπορούσε λοιπόν κανείς να υποστηρίξει ότι η Ελλάδα φέρει τα χαρακτηριστικά ενός νησιού και η επιρροή και συμβολή του αιγιαλού και της παραλίας σε όλο το οικοσύστημα είναι ιδιαίτερα σημαντική. Ωστόσο, στο πλαίσιο της τουριστικής ανάπτυξης και του οικονομικού οφέλους, παρατηρείται τα τελευταία χρόνια στην Ελλάδα μια συστηματική και έντονη παρέμβαση στις ακτές, που ως αποτέλεσμα έχει αφενός να αναιρείται ο κοινόχρηστος χαρακτήρας τους και αφετέρου να προσβάλλεται και να υποβαθμίζεται το ευαίσθητο αυτό οικοσύστημα. Χαρακτηριστικά παραδείγματα αποτελούν οι περιφράξεις παραλιακών εκτάσεων, η λειτουργία δραστηριοτήτων που δεν συνάδουν με την κατά φυσικό προορισμό των ακτών χρήση, η επιβολή χρηματικού αντιτίμου στους πολίτες προκειμένου να επιτραπεί η είσοδός τους στις παραλίες με αποτέλεσμα να παραβιάζεται το δικαίωμα της ελεύθερης πρόσβασης του καθενός στις ακτές. Το φαινόμενο αυτό αν και παρατηρείται σε όλη την χώρα, λαμβάνει ανησυχητικές διαστάσεις στο νομό Αττικής, που συγκεντρώνεται σχεδόν ο μισός πληθυσμός της Ελλάδας. Η σχετική νομοθεσία, εθνική και κοινοτική δεν εφαρμόζεται ενώ το πρόσφατο νομοσχέδιο περί αιγιαλού και παραλίας του Υπουργείου Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών επιχειρεί να διευρύνει ακόμη περισσότερο τη δυνατότητα της οικονομικής εκμετάλλευσης του αιγιαλού και της παραλίας. Η δε δυνατότητα νομιμοποίησης που
12
παρέχεται για όλα ανεξαιρέτως τα έργα, τις εγκαταστάσεις και τα κτίρια που έχουν γίνει στον αιγιαλό, την παραλία ή τη ζώνη λιμένα χωρίς άδεια ή με υπέρβαση αυτής, μέχρι τη δημοσίευση του νέου νόμου αντίκειται ευθέως στις σχετικές εθνικές και κοινοτικές ρυθμίσεις για την περιβαλλοντική αδειοδότηση, στο ν. 1650/1986 για το περιβάλλον, όπως τροποποιήθηκε από το ν. 3010/2002 και στην επιταγή του συντακτικού νομοθέτη περί υποχρέωσης λήψης προληπτικών μέτρων για την προστασία του περιβάλλοντος. Με τα δεδομένα αυτά το νομοσχέδιο εντείνει αντί να επιλύει τα προβλήματα που έχουν ανακύψει τα τελευταία χρόνια ενώ έρχεται σε αντίθεση με τους εθνικούς και κοινοτικούς κανόνες για την προστασία του περιβάλλοντος και ιδιαίτερα των ακτών.
6. Η περίπτωση των Τουριστικών Δημόσιων Ακινήτων. Η Διοίκηση στο παρελθόν και ιδιαίτερα στη δεκαετία του ΄60, προκειμένου να παρεμβαίνει αποφασιστικά στη διαχείριση των αιγιαλών και παραλιών αφού επέλεγε συγκεκριμένες παραλίες εξέδιδε Συντακτικές Πράξεις και Διατάγματα, με τα οποία τις χαρακτήριζε Τουριστικά Δημόσια Κτήματα. Στις περιπτώσεις αυτές η ψιλή κυριότητα ανήκε στο Δημόσιο και η επικαρπία στον Ελληνικό Οργανισμό Τουρισμού (ΕΟΤ). Με τη διαδικασία αυτή ανατίθετο στον ΕΟΤ η αποκλειστική διαχείριση των τμημάτων αιγιαλού, που είχαν
13
επιλεγεί και κατά αυτόν τον τρόπο απεκλείετο ολοκληρωτικά η κοινοχρησία τους. Περαιτέρω, ο ΕΟΤ, δια του εποπτεύοντος Υπουργείου Ανάπτυξης, σύστησε την εταιρία «Ελληνικά Τουριστικά Ακίνητα» (ΕΤΑ), που σήμερα έχει μετονομασθεί σε Εταιρία Τουριστικής Ανάπτυξης, στην οποία μεταβίβασε τα Τουριστικά Δημόσια Κτήματα, προκειμένου να τα διαχειρίζεται αποκλειστικά. Ωστόσο, η ΕΤΑ στη συνέχεια παραχώρησε κατά ένα μεγάλο μέρος τη διαχείριση αιγιαλών και παραλιών σε ιδιωτικούς φορείς προς οικονομική εκμετάλλευση και μόνο. Αμφισβητείται, ωστόσο, η νομιμότητα έκδοσης των σχετικών πράξεων ως αντικείμενες στο Σύνταγμα αλλά και στην ειδικότερη νομοθεσία που ισχύει καθώς η εξουσία (Imperium) του Δημοσίου επί των κοινόχρηστων πραγμάτων (αιγιαλό – παραλία) είναι απολύτως εκτός συναλλαγής και επομένως αυστηρά αμεταβίβαστη. 7. Συμπεράσματα. Όπως ήδη αναφέρθηκε, το δικαίωμα στη χρήση και απόλαυση των κοινόχρηστων πραγμάτων απορρέει από το δικαίωμα στην προσωπικότητα και κατοχυρώνεται τόσο στο άρθρο 5 παρ.1 Συντάγματος, όσο και στο Α.Κ. 57. Η δε προστασία των ακτών, ως οικοσυστημάτων του φυσικού περιβάλλοντος εμπίπτει στην προστασία του άρθρου 24 που αποτελεί επίσης δικαίωμα του καθενός. Η σημερινή κατάσταση που έχει διαμορφωθεί στις ακτές της χώρας, εξαιτίας συγκεκριμένων πράξεων και
14
παραλείψεων της Διοίκησης αντιβαίνει στις αρχές της προστασίας του περιβάλλοντος και της αειφόρου ανάπτυξης, όπως προκύπτει από τη συνδυαστική ερμηνεία των άρθρων 24 και 106 του Συντάγματος. Ωστόσο, το Κράτος δεν φαίνεται να σκοπεύει να αποκαταστήσει τη νομιμότητα που εξακολουθεί να παραβιάζεται αλλά αντίθετα, μετά και από την υποβολή του πρόσφατου σχεδίου νόμου περί αιγιαλού και παραλίας, φαίνεται να επιβραβεύει τις παράνομες δραστηριότητες, να παρέχει τη δυνατότητα νομιμοποίησης αυθαιρέτων εγκαταστάσεων και κτισμάτων και να περιορίζει τελικά τη χρήση ενός περιβαλλοντικού αγαθού, το οποίο όλοι δικαιούνται να απολαμβάνουν. Στο πλαίσιο αυτό αποτελεί υποχρέωση του καθενός να υπερασπίσει τα προσβαλλόμενα δικαιώματά του που σχετίζονται με την παράλειψη μέτρων προστασίας των ακτών και την κατάργηση του κοινόχρηστου χαρακτήρα τους. Αρωγός των πολιτών στις νόμιμες και δίκαιες διεκδικήσεις τους είναι οι ΟΤΑ, που έχουν άμεση αντίληψη της κατάστασης, που βιώνουν καθημερινά οι πολίτες.
8. Προτάσεις. 1. Η κατάργηση της ΕΤΑ και η επαναφορά των αρμοδιοτήτων διαχείρισης των Τουριστικών Δημοσίων Κτημάτων στην κεντρική εξουσία του Δημοσίου.
15
2. Η απόσυρση του προτεινόμενου νέου νομοσχεδίου για τον αιγιαλό και την παραλία. 3. Η λήψη άμεσων μέτρων διαχείρισης εκ μέρους του Δημοσίου για την προστασία των ευπαθών οικοσυστημάτων των ακτών. 4. Η εξασφάλιση της προστασίας του δικαιώματος της ελεύθερης πρόσβασης όλων των πολιτών στις ακτές. Ο Δικηγορικός Σύλλογος Αθηνών προτίθεται να συμβάλει στην επίτευξη των παραπάνω σημαντικών στόχων, με κάθε νόμιμο μέσο που διαθέτει.
Αθήνα, 5 Ιουνίου 2007
16